Η νέα μελέτη, που έδειξε επίσης ότι η κορτιζόλη δεν σχετίζεται με τη θνησιμότητα από άλλα αίτια, είναι μία από τις πρώτες που διερευνά απ’ ευθείας την πιθανή συσχέτιση της ορμόνης αυτής – και όχι του στρες γενικώς και αορίστως – με την καρδιαγγειακή υγεία.
Όπως γράφουν στην «Επιθεώρηση Κλινικής Ενδοκρινολογίας & Μεταβολισμού» (JCEM) επιστήμονες από το Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο του Άμστερνταμ, στην μελέτη τους συμμετείχαν 860 εθελοντές ηλικίας άνω των 60 ετών, τους οποίους παρακολούθησαν επί έξι χρόνια.
Η κορτιζόλη παράγεται από τον οργανισμό ως αντίδραση στο στρες, για να τον βοηθήσει να συνέλθει από αυτό. Τα πολύ υψηλά επίπεδά της όμως έχουν σχετιστεί με ορισμένους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα.
Τέτοιοι παράγοντες είναι το μεταβολικό σύνδρομο (ο όρος περιγράφει τηνσυνύπαρξη πολλών παραγόντων κινδύνου για καρδιοπάθεια, όπως της κοιλιακής παχυσαρκίας μαζί με αυξημένη πίεση και μειωμένη καλή χοληστερόλη) και η επιτάχυνση της αρτηριοσκλήρυνσης (είναι η συσσώρευση λιπωδών ιζημάτων στα εσωτερικά τοιχώματα των αρτηριών).
Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές με επικεφαλής την δρα Νικόλ Φόγκελζανγκς από το Τμήμα Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, μέτρησαν τα επίπεδα της κορτιζόλης στα ούρα των εθελοντών. Στη διάρκεια της εξαετίας, 183 από τους εθελοντές έχασαν τη ζωή τους, άλλοι από τους οποίους από καρδιαγγειακά αίτια και άλλοι από διαφορετικές αιτίες.
Όσοι ασθενείς είχαν τα υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης διέτρεχαν πενταπλάσιο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια.
«Κατά το παρελθόν, διάφορες μελέτες είχαν υποδηλώσει ότι η κορτιζόλη μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής θνησιμότητας, αλλά έως τώρα καμία δεν είχε εξετάσει απ’ ευθείας την υπόθεση αυτή», δήλωσε η δρ Φόγκελζανγκς.
«Τα ευρήματά μας σαφώς δείχνουν ότι τα επίπεδα της κορτιζόλης “προλέγουν” τον καρδιαγγειακό θάνατο, αλλά όχι τον θάνατο από άλλα αίτια – και ασφαλώς προστίθενται σε όσα δείχνουν ότι η κορτιζόλη μπορεί να προκαλέσει βλάβες στο καρδιαγγειακό σύστημα».