To ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού (Helicobacter pylori) είναι ένα μικροαερόφιλο Gram (-) βακτήριο που συνιστά την κύρια αιτία πρόκλησης χρόνιων παθήσεων του πεπτικού συστήματος, όπως είναι η χρόνια ενεργή γαστρίτιδα, το πεπτικό έλκος, η δυσπεψία, ο καρκίνος και το MALT λέμφωμα του πεπτικού συστήματος.
Ο ακριβής τρόπος μετάδοσης του Helicobacter pylori παραμένει βασικά άγνωστος, ενώ ως πιθανότερη οδός μετάδοσης θεωρείται η κοπρο-στοματική και η με στόμα με στόμα. Το μικρόβιο ανιχνεύεται σε μεγαλύτερη συχνότητα στον αναπτυσσόμενο κόσμο και σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ η αναφερόμενη συχνότητα των φορέων στον ανεπτυγμένο κόσμο κυμαίνεται μεταξύ 20% και 80%.
Η λειτουργία της στοματικής κοιλότητας ως δεξαμενής του ελικοβακτηριδίου και η πιθανή συσχέτισή του με την ανάπτυξη παθήσεων του ανώτερου πεπτικού συστήματος έχει απασχολήσει τα τελευταία χρόνια τη διεθνή ερευνητική δραστηριότητα.
Συγκεκριμένα, το βακτηρίδιο έχει απομονωθεί από το σάλιο, την οδοντική μικροβιακή πλάκα (κυρίως την υποουλική) και από περιοδοντικούς θυλάκους (κυρίως βάθους >5 χιλ.). Παραμένει αδιευκρίνιστος ο πιθανός ρόλος της στοματικής κοιλότητας ως «δεξαμενής» του ελικοβακτηριδίου, ικανής για μόλυνση και αναμόλυνση του πεπτικού συστήματος.
Πιθανά ο αποικισμός του στόματος από το ελικοβακτηρίδιο να έχει παροδικό χαρακτήρα και σε περίπτωση πτώσης της άμυνας να αυξάνεται η συγκέντρωσή του και να μετατρέπεται σε παθογόνο.
Ο ρόλος του ελικοβακτηριδίου έχει μελετηθεί στην πρόκληση κακοσμίας και καυσαλγίας του στόματος, ατροφικής γλωσσίτιδας, συνδρόμου Sjogren, υποτροπιάζοντων αφθών και αλλοιώσεων του στοματικού βλεννογόνου με αντικρουόμενα αποτελέσματα.
Αναφέρεται ότι, οι φορείς του βακτηριδίου εμφανίζουν πιο σοβαρές και εκτεταμένες άφθες, ενώ έχει παρατηρηθεί περιορισμός των βλαβών και σημαντική καθυστέρηση της επανεμφάνισης αφθών μετά από θεραπεία εκρίζωσης του Helicobacter pylori.
Ορισμένοι ερευνητές, προτείνουν να λαμβάνεται υπόψην η πιθανή μόλυνση του ασθενούς από το Helicobacter pylori στη διάγνωση και θεραπεία επίμονων αφθωδών βλαβών και συναφών συνδρόμων.
Επίσης, θεωρείται πολύ πιθανή η εμπλοκή του ελικοβακτηριδίου στην ανάπτυξη περιοδοντικών παθήσεων και μάλιστα έχει βρεθεί ότι οι περιοδοντικοί ασθενείς (κυρίως αυτοί που έχουν βάθος περιοδοντικών θυλάκων μεγαλύτερο από 5 χιλ) φέρουν το ελικοβακτηρίδιο στη στοματική τους κοιλότητα σε μεγαλύτερη συχνότητα συγκριτικά με το γενικό πληθυσμό.
Επιπλέον, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις υπέρ της αιτιολογικής συσχέτισης του ελικοβακτηριδίου με την πρόκληση καυσαλγίας («καψίματος») του στόματος, καθώς το 79% των ασθενών με ελικοβακτηρίδιο ανέφεραν διακοπή της καυσαλγίας του στόματος μετά από θεραπεία εκρίζωσης του βακτηριδίου.
Ωστόσο παραμένει αδιευκρίνιστο αν το Helicobacter pylori αποτελεί παθογόνο μικρόβιο της στοματικής κοιλότητας ή αν την αποικίζει προσωρινά μόνο υπό την επίδραση άλλων ρυθμιστικών παραγόντων.
Σε προληπτική βάση θα μπορούσε να προταθεί οι ασθενείς που φέρουν το ελικοβακτηρίδιο να υπόκεινται σε οδοντοστοματολογικό έλεγχο και να μην παραλείπουν να ενημερώνουν το γιατρό τους για τη μόλυνσή τους από το ελικοβακτηρίδιο.
Καραθανάση Βασιλική DDS, MSc. Οδοντίατρος - Στοματολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ – Επιστ. Συνεργάτης Εργαστηρίου Στοματολογίας Οδοντιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών - τ. Επιστ. Συνεργάτης της Μονάδας Οδοντιατρικής Αντιμετώπισης Ογκολογικού Ασθενούς της Οδοντιατρικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών.