Στο πόρισμα που συνέταξε τον προηγούμενο Ιούλιο ο επιθεωρητής κ. Θεοδόσιος Πανταζόπουλος και αποκαλύπτει σήμερα «Το Βήμα» καταγράφονται σοβαρές ελλείψεις στο σύστημα πυρασφάλειας του κτιρίου, κλειδωμένες έξοδοι διαφυγής, ελλείψεις πιστοποιητικών και απουσία σχετικής εκπαίδευσης του προσωπικού, γεγονότα που επηρέασαν την απόπειρα απεγκλωβισμού των εργαζομένων μετά τη δολοφονική επίθεση των κουκουλοφόρων.
Όπως μνημονεύεται, «στο υποκατάστημα εργάζονταν συνολικά 27 άτομα. Υπήρχε μόνο μία έξοδος κινδύνου που βρισκόταν στο ισόγειο του κτιρίου και δίπλα από την κύρια είσοδο της τράπεζας. Ωστόσο αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε από τους εργαζομένους γιατί στο ισόγειο είχε ξεσπάσει πυρκαγιά και η ατμόσφαιρα από τον καπνό ήταν αποπνικτική». Ωστόσο αυτό δεν ήταν το μοναδικό πρόβλημα.
Ο επιθεωρητής στο πόρισμά του υπογραμμίζει: «Οι εργαζόμενοι αναφέρθηκαν στην έξοδο κινδύνου του ισογείου, η οποία δεν έπρεπε να κλειδώνεται, προκειμένου να ανοίγει εύκολα και άμεσα από κάθε πρόσωπο που θα χρειαστεί να τη χρησιμοποιήσει. Αυτή άνοιγε μόνο αν έσπρωχνε κάποιος την “μπάρα πανικού” της θύρας και συγχρόνως πατούσε το κουμπί φορητού τηλεχειριστηρίου που ήταν μοναδικό σε όλον τον χώρο και βρισκόταν στο γραφείο της διευθύντριας στο ισόγειο. Τη στιγμή του συμβάντος, με την ύπαρξη του καπνού, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να βρεθεί το τηλεχειριστήριο και να χρησιμοποιηθεί συγχρόνως με το σπρώξιμο της πόρτας για να ανοίξει η έξοδος κινδύνου. Επίσης υπάρχουν μαρτυρίες εργαζομένων που αναφέρουν ότι το γραφείο της διευθύντριας έπιασε πρώτο φωτιά, κάτι που σημαίνει ότι το τηλεχειριστήριο θα είχε καταστραφεί».
Στην έκθεση καταγράφονται οι συνθήκες κάτω από τις οποίες βρήκαν τον θάνατο οι τρεις εργαζόμενοι και το πώς προσπάθησαν να διασωθούν οι υπόλοιποι. Εκεί φαίνεται ότι η δυσοσμία από μια τουαλέτα ήταν… σωτήρια! «Συνολικά 14 εργαζόμενοι εξήλθαν από μια μεταλλική πόρτα του 2ου ορόφου που δεν ήταν έξοδος κινδύνου και ήταν τυχαία ανοιχτή για αερισμό της παρακείμενης τουαλέτας λόγω προβλήματος της αποχέτευσης» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Τέλος, κρίσιμη θεωρείται στο πόρισμα η έλλειψη πιστοποιητικού πυρασφάλειας. Όπως μνημονεύεται, «η επιχείρηση δεν είχε το απαιτούμενο πιστοποιητικό πυρασφαλείας που εκδίδεται από την Πυροσβεστική Υπηρεσία. Για την έκδοσή του απαιτείται μελέτη του χώρου, στην οποία θα αναφέρονται τα συγκεκριμένα μέτρα πυρόσβεσης που προβλέπονται από τη νομοθεσία. Η μελέτη αυτή κανονικά κατατίθεται στην Πυροσβεστική Υπηρεσία προς έγκριση. Μετά την έγκριση ο εργοδότης θα έπρεπε να καλέσει την Πυροσβεστική να ελέγξει αν εφαρμόστηκαν τα μέτρα και να εκδώσει το πιστοποιητικό ασφαλείας για την επιχείρηση».
Κανένας τους δεν γνώριζε από πυρασφάλεια
Η Επιθεώρηση του υπουργείου Εργασίας αναφέρεται στο πόρισμά της και στην ελλιπή εκπαίδευση των εργαζομένων στην αντιμετώπιση παρόμοιων περιστατικών. Όπως σημειώνεται, απαραίτητο είναι «η κατάρτιση από τον εργοδότη σχεδίου διάσωσης-διαφυγής με χάραξη, διευθέτηση οδών διάσωσης και εξόδων κινδύνου, οι οποίες δεν πρέπει να κλειδώνονται. Επιπλέον πρέπει να επιμορφώνονται και να εκπαιδεύονται οι εργαζόμενοι πάνω σε θέματα πυρασφαλείας, πυρόσβεσης και εκκένωσης των χώρων, με πραγματοποίηση των ασκήσεων τακτικά». Τονίζεται όμως ότι στην περίπτωση του υποκαταστήματος της Μarfin «όλοι οι εργαζόμενοι που ρωτήθηκαν ανέφεραν ότι δεν είχε γίνει καμιά εκπαίδευση – ενημέρωση – επιμόρφωση και ούτε είχε ποτέ πραγματοποιηθεί κάποιου είδους άσκηση εκκένωσης του κτιρίου. Μόνο μία εργαζομένη ανέφερε ότι είχε γίνει κάποια χρονική στιγμή επίδειξη της χρήσης των πυροσβεστήρων και μία άλλη εργαζόμενη (σ.σ.: στο πόρισμα αναφέρονται τα ονόματά τους) ότι είχαν διανεμηθεί στο προσωπικό ενημερωτικά φυλλάδια για θέματα πυροπροστασίας, χωρίς όμως να θυμάται το πότε.
Πέντε είναι οι ύποπτοι για τον εμπρησμό
Στασιμότητα παρατηρείται στην έρευνα της ΕΛ.ΑΣ. . για τους δράστες του εμπρησμού του υποκαταστήματος της Μarfin. Γι’ αυτό μελετάται να ζητηθεί από την Εισαγγελία Πρωτοδικών παράταση της προθεσμίας -λήγει στις 5 Νοεμβρίου 2010- για την ολοκλήρωση της έρευνας.
Στο πλαίσιο των ερευνών που πραγματοποιεί η Υποδιεύθυνση Κρατικής Ασφαλείας έχουν ληφθεί περίπου 60 καταθέσεις και έχουν αναλυθεί εικόνες από 20 κάμερες καταστημάτων και διαχείρισης κυκλοφορίας. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., οι οποίοι έχουν ζητήσει και την αρωγή του συστήματος νομίμων συνακροάσεων της ΕΥΠ, έχουν καταλήξει στην ταυτότητα πέντε νεαρών ατόμων -τεσσάρων ανδρών και μιας γυναίκας- που απεικονίζονται να συμμετέχουν σε επιθέσεις πριν και μετά τον εμπρησμό του υποκαταστήματος. Παρατηρείται όμως αδυναμία τεκμηρίωσης των κατηγοριών.